Κ. Καβάφη, Ας Φρόντιζαν (1930)
Κατήντησα σχεδόν ανέστιος και πένης.
Αυτή η μοιραία πόλις, η Αντιόχεια
όλα τα χρήματα μου τάφαγε:
αυτή η μοιραία με τον δαπανηρό της βίο
Αλλά είμαι νέος και με υγείαν αρίστην.
Κάτοχος της ελληνικής θαυμάσιος
(ξέρω και παραξέρω Αριστοτέλη, Πλάτωνα,
τι ρήτορας, τι ποιητάς, τι ότι κι αν πεις).
Από στρατιωτικά έχω μιαν ιδέα,
κ’ έχω φιλίες με αρχηγούς των μισθοφόρων.
Είμαι μπασμένος κάμποσο και στα διοικητικά.
Στην Αλεξάνδρεια έμεινα έξι μήνες, πέρσι,
Κάπως γνωρίζω (κ’ είναι τούτο χρήσιμον) τα εκεί:
Του Κακεργέτη βλέψεις, και παληανθρωπιές και τα λοιπά.
‘Οθεν φρονώ πως είμαι στα γεμάτα
ενδεδειγμένος για να υπηρετήσω αυτήν την χώρα,
την προσφιλή πατρίδα μου Συρία.
Σ’ ότι δουλειά με βάλουν θα πασχίσω
να είμαι στη χώρα ωφέλιμος. Αυτή είναι η πρόθεσίς μου.
Αν πάλι, μ’ εμποδίσουνε με τα συστήματά τους-
τους ξέρουμε τους προκομένους: να τα λέμε τώρα;
αν μ’ εμποδίσουνε, τι φταίω εγώ.
Θ’ απευθυνθώ προς το Ζαβίνα πρώτα,
κι αν ο μωρός αυτός δεν μ’ εκτιμήσει,
θα πάγω στον αντίπαλό του, τον Γρυπό.
Κι αν ο ηλίθιος κι αυτός δεν με προσλάβει,
πηγαίνω παρευθύς στον Υρκανό.
Θα με θελήσει πάντως ένας απ’ τους τρεις.
Κ’ είν’ η συνείδησίς μου ήσυχη
για το αψήφιστο της εκλογής.
Βλάπτουν κ’ οι τρεις τους την Συρία το ίδιο.
Αλλά, καταστρεμένος άνθρωπος, τι φταίω εγώ.
Ζητώ ο ταλαίπωρος να μπαλοθώ.
Ας φρόντιζαν οι κραταιοί θεοί
να δημιουργήσουν έναν τέταρτο καλό.
Μετά χαράς θα πήγαινα μ’ αυτόν.
Στο συγκεκριμένο ποίημα ο Καβάφης αναδεικνύει δύο πράγματα. Κατά πρώτον τη διαφθορά των ηγετών και κατά δεύτερον τον ανίερο συμβιβασμό των πολιτών-υπηκόων. Όπως οι ηγέτες της Συρίας ενδιαφέρονται μόνο για το πώς θα κατακτήσουν την εξουσία, έτσι και οι πολίτες ασχολούνται μόνο με το πώς θα βολευτούν οι ίδιοι, αδιαφορώντας για την πατρίδα τους. Ο ποιητής έχει επιλέξει μια περίοδο παρακμής, η σημασία της οποίας δεν περιορίζεται στο βασίλειο της Συρίας. Η ίδια κατάσταση αδιαφορίας των πολιτών και ασυδοσίας των ηγετών, έχει εμφανιστεί και συνεχίζει να εμφανίζεται διαχρονικά σε διάφορες κοινωνίες, όπου οι πολίτες αφήνουν τους ηγέτες τους να κινούνται χωρίς έλεγχο, επέρχεται έτσι διαφθορά και παρακμή, κι αντίστοιχα όπου οι ηγέτες είναι διεφθαρμένοι και αδιάφοροι για το κοινό καλό, οι πολίτες υιοθετούν μια αντίστοιχη συμπεριφορά και ενδιαφέρονται μόνο για το δικό τους συμφέρον.
Ο ποιητής παρουσιάζει από την αρχή την αμφίβολη ηθική ακεραιότητα του νεαρού, καθώς και το ελαφρό του χαρακτήρα του, καθώς θέλει να δείξει με ιδιαίτερη έμφαση το είδος των πολιτών που δημιουργούνται στις εποχές όπου η διαφθορά και η παρακμή κυριαρχούν. Ο ήρωας του ποιήματος είναι έτοιμος να εργαστεί για το καλό της πατρίδας του -και παράλληλα για το δικό του όφελος- στις υπηρεσίες όποιου τον δεχτεί. Ο νεαρός είναι πρόθυμος να απευθυνθεί και στους τρεις διεκδικητές του θρόνου της Συρίας, έχοντας τη συνείδησή του ήσυχη, μιας και οι τρεις τους βλάπτουν εξίσου την πατρίδα του. Ο νεαρός μάλιστα δηλώνει αθώος για το αψήφιστο της επιλογής του καθώς αν υπήρχε ένας τέταρτος υποψήφιος που ήταν καλός για την πατρίδα, θα πήγαινε οπωσδήποτε μ’ αυτόν. Ας φρόντιζαν λοιπόν οι θεοί να είχαν δημιουργήσει έναν τέταρτο καλό κι εκείνος δε θα αναγκαζότανε να δουλέψει για έναν από τους διεφθαρμένους διεκδικητές της εξουσίας.
Το ποίημα του Κ.Π. Καβάφη είναι επίκαιρο γιατί αποδεικνύει περίτρανα -πέρα από τη διαφθορά του κατεστημένου- την παθογένεια του ελληνικού συστήματος αναφορικά με την επαγγελματική αποκατάσταση. Οι πελατειακές σχέσεις, προσφιλής τρόπος δούναι και λαβείν, το λύγισμα της μέσης, το ρουσφέτι, παρατηρούμε ότι εδώ και τουλάχιστον ογδόντα χρόνια (από την εποχή που γράφτηκε το ποίημα, όπως και πολλά χρόνια νωρίτερα) συνεχίζουν να υφίστανται. Διαβάζοντας τους στίχους του Καβάφη ας αναρωτηθούμε λοιπόν «τις πταίει» αφού δυστυχώς ακόμα σήμερα η μίζερη αυτή κατάσταση ή καλύτερα οι σύγχρονες συνθήκες «ομηρίας» συνεχίζουν να ταλανίζουν τις σύγχρονες γενιές. Ντροπή και κρίμα σε θήτες και θύματα, άρχοντες και αρχόμενους να καταδέχονται (όσοι από αυτούς καταδέχονται) -ειδικά οι δεύτεροι- ανίερους συμβιβασμούς. Είναι ντροπή για το λαό μας να διαιωνίζει νοοτροπίες και αρρωστημένες συνήθειες. Είναι εξίσου ντροπή για τους αλαζόνες κρατούντες, τους οικονομικά δυνατούς, αλλά ηθικά ξεπεσμένους, να εκβιάζουν συνειδήσεις αθώων, αδαών και συχνά δειλών θυμάτων διάφορων συγκυριών.
Το είδος των ανθρώπων που συμβιβάζεται ονομάζεται «συμβιβασμένο» και «προσεταιρισμένο». Για αυτούς είχε αποφανθεί στο Βυζάντιο ο Μιχαήλ Ψελλός με τη φράση: «Ο άνθρωπος είναι ευμετάβλητο ζώο, ιδίως όταν βρίσκει λογικοφανείς δικαιολογίες για τις μεταβολές του». Πρόκειται για ανθρώπους οι οποίοι απέβαλλαν κάθε ηθικό φραγμό και άλλαξαν τη συμπεριφορά τους ή εξαγοράστηκαν με χρήμα και θέση από το σύστημα. Με λίγα λόγια υποτάχτηκαν, προσκύνησαν, γονάτισαν εξαργυρώνοντας την όποια αξιοπρέπειά τους με μια θέση στον ήλιο (παραδόξως στις μέρες μας οι θέσεις συρρικνώνονται και οι «προσκυνημένοι» μένουν στον αέρα ξεκρέμαστοι !!!).
Στην εποχή της αποτελμάτωσης λοιπόν ας προσδιορίσουμε την ταυτότητά μας και ας αγωνιστούμε στηριγμένοι στις προσωπικές μας ικανότητες και αξίες αμφισβητώντας το υποτελές, αντιδραστικό και διεφθαρμένο σύστημα. Οι «συμβιβασμένοι», «μεταλλαγμένοι» και «ενσωματωμένοι» νεροκουβαλητές του να αποτελέσουν παράδειγμα προς αποφυγή. Τα δεσμά και οι φραγμοί που εμποδίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο πρέπει να ξεπεραστούν. Κανείς να μη δειλιάσει, φοβηθεί και εφησυχάσει. Σημαία του να γίνει η υπερηφάνεια και η αξιοπρέπεια, φτάνει συν τοις άλλοις να σκεφτεί ότι «οι μεγάλοι είναι μεγάλοι μόνον επειδή εμείς είμαστε γονατιστοί» (Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν).
Filed under: Λογοτεχνία-Ποίηση | Tagged: Καβάφης |
Σχολιάστε